Παρασκευή 14 Ιουλίου 2017

Νύχτα Αυγουστιάτικη (μνήμη αναδρομική)

μια και συνήθως νύχτα
συναντιόμαστε
μια κι είμαστε πιο γνώριμοι
τις νύχτες
ξεθάρρεψα και άπλωσα το χερι μου
αντίκρυ στο σκοτάδι..

νόμιζα ότι άγγιξα το στρογγυλό κεφάλι σου
μα-διχως να το θέλω-
(λίγο η λαχτάρα
λίγο η λάμψη σου
που' χανε ξεχαστεί)
ξερίζωσα της νύχτας το κεφάλι
που πάφλασε
και χάθηκε
στο σκοτεινό νερό

στο ημερολόγιο θυμάμαι
Αυγούστου εικοσιοχτώ 
κι όλος ο μήνας μέσα μου
θριαμβευτής
βαρύς
και
ανόητος
προπάντων

όπως η νύχτα
η ατόφια
που έχασε το
κεφάλι της
στο
σκότεινο νερό

και ψάχνοντας να το βρει
πνίγηκε
η καημένη
στα βάθη του ανόητου εαυτού της

κι εγώ
δίχως νύχτα
δίχως φεγγάρι
απόμεινα έναν Αύγουστο γυμνό
διάφανο, βαρύ κι ανόητο-προπάντων
όπως η μέλισσα που τσίμπησε το φως
να έχω εραστή των αμέριμνων σεντονιών μου

που να ξερα, ο ανόητος
πως ήτανε της νύχτας το κεφάλι
μια λικνιζόμενη με τόση χάρη λάμψη στο νερό;
πως ήταν ένα φάντασμα, ένα ανεμομάντηλο, μια λευκή σκιά;

κι εγώ που νόμιζα πως ήτανε
μια τρύπα στο σκοτάδι,
του κύκλου το τελείωμα
απ του καιρού το γύρισμα
πως ήταν ένα ακίνητο χαμόγελο
της πέτρας
που πέταξε μέσα μου βαριά,
ο Αύγουστος;