Αγρίεψαν οι ώρες
οι χωρίς εσέ
Κι οι
λεπτοδείxτες σκάλωσαν
Κι απάνω
τους σκοντάφτω
την αλφαβήτα
απ´ την αρχή ψελλίζω
μήπως και ξαναθυμηθώ
το αρχίγραμμα σου
αλλά
σκοντάφτω πάλι στο όγδοο ψηφίο
της απόλυτης
διαμέτρου
της
υποχρεωτικά οριζόντιας
Και
ξεγελιέμαι ότι μπορώ
να τη γυρίσω
κάθετα
να πω πως ήτανε
το Θ του απαγορευμένου δρόμου
πως ήταν ένα
Φ της ψεύτρας φαντασίας μου,
Ίσως γιατί
αρνιόμουν να δεχτώ
τη συμβουλή
του θείου μου, Υπέργηρου ωρολογοποιού,
πως μόνο
δεξιόστροφα πηγαίνουν τα ρολόγια
παράκουσα τη
συμβουλή
Και χάλασα
τις ώρες
κι έχω
παντού μετέωρα στο σπίτι
μου
ανάπηρα
ρολόγια
με ανάπηρους
αγκαθωτούς
τους
λεπτοδείχτες
-Κι ας είμαι
ωροδρόμος
τρανός-
να μου
θυμίζουν
πως στο
όγδοο το γράμμα
υποχρεωτικά
πρέπει να
σταματήσεις
η ώρα αυτή δε στρέφεται
οριζόντια σε
πάει
και μάλιστα
χωρίς εσέ