Ζω :Ρήμα αμετάβατο και /προπαντός/ αμετάθετον
Μόνο ζω
Χωρίς προσδιορισμούς
Προκαθορισμούς χωρίς
Η ενέργεια από μένα
Και σε μένα πάλι
Από ένα κέλυφος βγαλμένος
Και πάλι πίσω σε αυτό επαναπατρισμένος
Κλεισμένος στο απέραντο
Που μου ορίστηκε να ζω
Αλλά ζω
Και ψηλαφίζω
Ό,τι (μου) απόμεινε
Απ’ τ’ άλλο που με άγγιξε
και…
Ζω
Υπάρχω : Ρήμα αμετάβατο, συνδετικό
Υπάρχω και…
Υπάρχω μόνος
Υπάρχω ακέραιος ή μισός
Και δεν υπάρχω δίχως
Το ακέραιο μισό μου
Υπάρχω σχοινοβάτης
Του κενού τώρα
Που καρτερεί
Το αύριο παρόν
Κι από τις άδειες τσέπες μου
Πετώ σχοινοβατώντας
Της ύπαρξής μου
Το άγριο κενό
Ὑπάρχω
ρήμα ελλειπτικό
υπάρχω εγώ
υπάρχεις εσύ
και δεν υπάρχει
άλλος
ὅσο ὑπάρχω ἐγὼ κι ἐσύ
κι όσο αγριεύοντας
πηγαίνει η ομορφιά..
θα υπάρχεις και θα
υπάρχω
κι όσο από σένα κι
από μένα
θα χορεύει η φλόγα
του κεριού
απάνω στο γυμνό
τραπέζι
θὰ ὑπάρχουμε
κι όσο η φωνή μου
στο πηγάδι
θα τραντάζει
τον ανάποδο ουρανό
θα υπάρχεις
Αγαπάω
Ρήμα ασυναίρετο
Κατά την εισπνοή
Συνηρημένο στη
σιωπή
Αγαπώ και
Ακροβατώ
Στη μετάβαση της
αρχής και του τέλους
Αγαπώ
Κι αιώνια ποδηλατώ
Ανάμεσα σ’αυτούς
τους δυο τροχούς
Τεντώνοντας γερά
την αλυσίδα μου
Αγαπώ
Κι αγωνιώ
Και αγιάζω τη λύπη
Και αγριεύω τη
χαρά
Και αγγίζω το α
Κι αγκαλιάζω το ω
Που
φέρνει από σένα η νύχτα
Ἀγαπά ὼ – ῶ
Ρήμα το μουσικόν,
Καθώς,
σε μια χορδή
τέλος εγώ
αρχή εσύ
πασχίζουμε να
ενώσουμε
τ’ανάπηρά μας ύψη
Τραβάς το α
Γέρνω το ω
Και τότε ναι,
Ἀγαπά ὼ – ῶ
Προοπτικά-άλλωστε-
Ενώνουν οι
παράλληλες τροχιές
Όταν βουνό μπροστά
..
και αντιλαλούν δυο στεναγμοί μέσα
σε ένα ω
Ὑποσημείωση
Μετέωροι
στοχασμοί πάνω σε πρωτόλειες απορίες
νεαρού
μαθητή
ονόματι
Σ…. Ε……
Αυτό
το παιδί, λοιπόν,
ξύπναγε
νωρίς-νωρίς
κάθε
πρωί
σφιχτόδενε
ένα τσούρμο λέξεις
πάνω
στο τσέρκι του-
το
φύλαγε καλά τις νύχτες
κάτω
απ’το μαξιλάρι
φοβούμενος
ένα πρωί που θα ρθει
δἰχως (τις) λέξεις (του)
και
ταξίδευε τους δρόμους
και
στο τσιμέντο πέφτοντας η κάθε λέξη
άνοιγε
πληγές-
ίχνη
τα λεγε αυτός-
γιατί κανείς-εκτός αυτού-
άλλος
κανείς δεν ήξερε,
πως
απ’τις λέξεις του
ήτανε
αυτά σημάδια.
Ώσπου μια μέρα
Έσπασε
ο κύκλος
Και –
κθώς
το ρ, αν το σύρεις
απ’τη
μια απλώνεται απ’την άλλη
(κι
ανοίγει ο πυρήνας του και τελειωμό δεν έχει
Και
ξετυλίγει ο κύκλος του μέχρι γραμμή να γίνει)
Έτσι
λύθηκαν οι λέξεις του
οι
ακριβές του λέξεις,
τις
είχε-βλέπετε- αγοράσει
απ’το
υστέρημά του,
Κι
ελεύθερες πετάξανε στους δρόμους
Κι
απλώσανε οι γειτονιές
Κάποια
απ’αυτές ξεστράτισε
Κι
έπεσε στο κατώφλι μου
Χτες
βράδυ
Και
μιας που είμαι περί
Τις
λέξεις
Ειδικός
Είπα
να συμπληρώσω
Μια
παλιά έκδοση
Της
Γραμματικῆς μου